Γνωρίζουμε, πλέον, ότι ο τραυλισμός είναι μια νευρογλωσσική διαταραχή που οφείλεται σε μία γενετικά κληρονομούμενη προδιάθεση, η οποία πυροδοτείται κάτω από ορισμένες συνθήκες. Αυτές μπορεί να αφορούν ελλείμματα στη γλωσσική ανάπτυξη, συναισθηματική ανωριμότητα, υπερβολικές απαιτήσεις και πιέσεις του περιβάλλοντος του παιδιού που συχνά δυσκολεύεται να τις διαχειριστεί. Ακόμη, αντιδράσεις τρίτων στην εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, σημαντικά γεγονότα, όπως ο ερχομός ενός αδελφού η το ξεκίνημα του σχολείου, μπορούν να πυροδοτήσουν την εμφάνιση του τραυλισμού.
Θεμέλιος λίθος της αντιμετώπισης του τραυλισμού είναι η έγκαιρη παρέμβαση.Με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων, που συνήθως ξεκινούν στην ηλικία των 2-2,5 χρόνων, οι γονείς θα πρέπει άμεσα να απευθύνονται σε εξειδικευμένο λογοθεραπευτή για τις πρώτες συμβουλές. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου από την εκδήλωση των πρώτων συμπτωμάτων, ακόμα και αν μέσα σε αυτό το διάστημα υπάρχουν περίοδοι που το παιδί δεν τραυλίζει καθόλου, η επίσκεψη σε λογοθεραπευτή κρίνεται απαραίτητη. Κατά την προσχολική ηλικία, η εδραίωση και μονιμοποίηση του τραυλισμού μπορούν να αποφευχθούνμε την έγκαιρη παρέμβαση.
Από τη σχολική ηλικία κιέπειτα, η λογοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά στη μείωση της έντασης και της συχνότητας των συμπτωμάτων, στη ελαχιστοποίηση των συνεπειών του τραυλισμού, στην πρόληψη-αποτροπή της εξέλιξής του σε πολυπλοκότερα στάδια της διαταραχής και σε δημιουργία θετικής στάσης για την επικοινωνία.
Όσον αφορά τους ενήλικους που τραυλίζουν, μπορούν να καταφέρουν εξαιρετικά σημαντική αύξηση της ευφράδειας, μείωση της συχνότητας και έντασης των στιγμών του τραυλισμού, ευκολότερη επικοινωνία και θετική αλλαγή στον επικοινωνιακό τους ρόλο,ανεξαρτήτως ηλικίας.