Η ακοή είναι μια από τις αισθήσεις του ανθρώπου που παίζουν πρωταρχικό και κυρίαρχο ρόλο στην ανάπτυξη της ομιλίας. Ένα παιδί με μειωμένα ηχητικά ερεθίσματα ή ένα παιδί χωρίς καθόλου ηχητικά ερεθίσματα, θα έχει δυσκολίες στην ανάπτυξη του λόγου ή θα στερηθεί τη δυνατότητα ομιλίας αντίστοιχα.
Κώφωση είναι η ολική απώλεια ακοής ενώ βαρηκοΐα είναι η μειωμένη ακουστική ικανότητα ενός ανθρώπου να αντιληφθεί τα ακουστικά ερεθίσματα. Η βαρηκοΐα διακρίνεται σε 3 τύπους: αγωγιμότητας, νευροαισθητήρια και μικτή.
Τα αίτια της βαρηκοΐας μπορεί να είναι προγεννητικά, περιγεννητικά ή επίκτητα. Κατά πόσο μια βαρηκοΐα θα επηρεάσει την ομιλία ενός παιδιού, έχει να κάνει με το βαθμό της υπολειμματικής ακοής και την ηλικία της έναρξης της βαρηκοΐας .
- Δεν ανταποκρίνεται κατάλληλα στους ήχους του περιβάλλοντος, γυρίζοντας το κεφάλι προς την πηγή του ήχου ή τρομάζοντας από κάποιο θόρυβο, μέχρι την ηλικία των 7 μηνών
- Δεν ηρεμεί με την οικεία φωνή.
- Δεν δίνει σημασία στα παιχνίδια με ήχους ή τραγούδια.
- Δεν εκτελεί εντολές ή δεν προσπαθεί να μιμηθεί λέξεις, μέχρι την ηλικία των 12 μηνών.
- Δεν χρησιμοποιεί κατάλληλα τη φωνή του.
- Δεν επικοινωνεί με άλλα παιδιά της ηλικίας του.
- Είναι ανυπόμονο στο σπίτι ή στο σχολείο.
- Ζητάει συχνά να επαναλάβει ο συνομιλητής αυτό που είπε.
- Δεν μπορεί να γίνει κατανοητό από άλλους ανθρώπους.
- Παρακολουθεί έντονα το πρόσωπο του συνομιλητή.
- Χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό χειρονομίες για να εκφραστεί.
- Έχει περάσει συχνές ωτίτιδες.
Η βαρηκοΐα και η κώφωση μπορεί να έχουν αντίκτυπο σε όλη την ψυχική και συναισθηματική εξέλιξη ενός ατόμου. Για το λόγο αυτό, η πρώιμη ανίχνευση της βαρηκοΐας και έγκαιρη παρέμβασή της είναι ουσιώδης για να μπορέσει το άτομο να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν καλύτερα τις επικοινωνιακές και μαθησιακές του δεξιότητες. Επομένως, ο έλεγχος της ακοής κατά τη γέννηση του παιδιού και κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής του, είναι απαραίτητος.