Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, αναμένοντας την πιο όμορφη γιορτή του χρόνου, διαβάζω στο γιο μου αποσπάσματα από τη χριστουγεννιάτικη ιστορία του Ντίκενς. Τώρα στέκομαι στη σκηνή που μπαίνει ο ανιψιός του Σκρουτζ στο κατάστημα του θείου του και, γεμάτος χαρά και ευγνωμοσύνη, εκφράζοντας το πνεύμα των ημερών, προσφέρει τις ζεστές ευχές του για καλά χριστούγεννα. Οι ευχές, όμως συναντούν απέναντι τους ένα παγερό τείχος, ένα τείχος φτιαγμένο από αριθμούς, λογαριασμούς και υπολογισμούς. Μία ψύχρα που αναδύεται από κάθε λέξη του Σκρουτζ, μία άψυχη ζωή που έκλεισε από έξω κάθε ελπίδα για συνάντηση με το συνάνθρωπο.
Ένας κόμπος ανεβαίνει στο λαιμό μου. Ένα αμυδρό συναίσθημα, μία εσωτερική ενόχληση, μία αίσθηση ενοχής που κλωτσάει για να μπει μέσα. Σαν κάτι να προσπαθεί να παρουσιαστεί στη σκέψη μου και να μάχομαι να το κρατήσω κρυφό, ακόμη και από τον ίδιο μου τον εαυτό.
Στην ερώτηση του γιου μου «ποιος έχει δίκιο μπαμπά, ποιος θα νικήσει;», νιώθω τον εαυτό μου να αιωρείται προς στιγμήν. Κοντοστέκομαι, αναλογιζόμενος πως τα αυτονόητα σήμερα, κινδυνεύουν να υποχωρήσουν. – «Ο ανηψιός θα νικήσει στο τέλος!», μου λέει και με βγάζει από την ονειροπόληση μου. Ίσως και από την αμηχανία μου..
Ανθρώπινη επαφή: προσοχή κίνδυνος – θάνατος (του εαυτού)!
Αναλογίζομαι τι είναι αυτό που έχει κάνει τον Σκρουτζ τόσο κυνικό και απρόσιτο, με τόση πολλή απέχθεια για τη ζωή και τα συναισθήματα των άλλων. Το κέρδος, ο ανταγωνισμός, η θεοποίηση του χρήματος;
Εικάζω πως είναι όλα αυτά, αλλά και κάτι πιο βαθύ· είναι η ανάγκη τού να μην αλλάξει καθόλου, να παραμείνει ο εαυτός του, να περιχαρακώσει ό,τι εαυτό έχτισε όλα τα προηγούμενα χρόνια των στερήσεων, των απογοητεύσεων και της απώλειας.
Η συνάντηση με το συνάνθρωπο εμπεριέχει ρίσκο. Ο ανηψιός του είναι μια απειλή για αυτόν. Πιθανόν, η μεγαλύτερη. Είναι ένας άλλος κόσμος. Ένας άγνωστος κόσμος που γοητεύει. Ακόμη χειρότερα, ένας κόσμος από το παρελθόν, που κατοικούσε στην παιδική του ηλικία, αλλά απώλεσε καθώς μεγάλωνε. Η Εδέμ που έχασε για πάντα την ευκαιρία να ξαναγυρίσει. Αν κάνει το βήμα προς το μέρος του κινδυνεύει να γίνει τρωτός. Να νιώσει ευάλωτος. Καλύτερα αποκρουστικός και ψυχρός, παρά να βιώσει από την αρχή την προδοσία και την εγκατάλειψη. Καλύτερα να μη συναντηθούν αυτοί οι δύο κόσμοι. Καλύτερα να έχει την ησυχία του. Άλλωστε, μια χαρά τα βόλεψε μέχρι σήμερα.
Ο Σκρουτζ στο Σήμερα
Πόσο απέχει ο χαρακτήρας του Σκρουτζ από τη σύγχρονη ζωή; Από τις μέρες που έρχονται; Από εμάς τους ίδιους;
Μήπως με τα χρόνια μετατρεπόμαστε όλοι σε Σκρουτζ; Όλο και περισσότερο; Κάθε φορά που χάνουμε την περιέργεια μας για τον άλλον; Για την ιστορία του; Τα βιώματα και τις συνήθειες του; Για τα θέλω του και τα όνειρα του; Μήπως αποφεύγουμε το σημείο συνάντησης; Μήπως μεγαλώνει ο φόβος μας για τον εαυτό που θα ανταλάξουμε, για αυτόν που θα πάρουμε πίσω, για αυτόν που στην πορεία θα χάσουμε; Μήπως αγωνιούμε για τον παλιό μας εαυτό που τον περιφέρουμε γύρω γύρω σαν τρόπαιο, αλλά αδυνατούμε να τον μοιραστούμε πραγματικά;
Ακόμα και τις ημέρες αυτές, εξακολουθούμε να μαλώνουμε με το γείτονα, να κατηγορούμε εύκολα το συνάθρωπο, να κρίνουμε από την αμετακίνητη αφ’ υψηλού θέση μας τον φίλο, το γνωστό, τον άγνωστο. Εμείς στη θέση τους θα το κάναμε διαφορετικά. Πόσες φορές, όμως, μπήκαμε αληθινά στη θέση τους και είδαμε τον κόσμο μέσα από τα δικά τους μάτια;
Σε ένα κόσμο που η προστακτική μονοπωλεί τις ανθρώπινες συναλλαγές: κάνε, δείξε, πες, μίλα, σώπα, δώσε, πάρε, φέρε, πήγαινε, ασχολήσου, ξέχασε το. Αλήθεια, πόσο διαφέρουμε από το Σκρουτζ όταν στεκόμαστε οχυρωμένοι στις συνήθειες μας και απαιτούμε από τους άλλους να έρθουνε σε εμάς;
Πλάθουμε χίλια σενάρια πως θα αποδείξουμε στον άλλον ότι εμείς έχουμε το δίκιο και ορμάμε για να το απαιτήσουμε. Για να εξαναγκάσουμε το γείτονα να παραδεχθεί το λάθος του. Σκεφτήκαμε, ποτέ άραγε, να απευθυνθούμε στο συνάνθρωπο με την ερώτηση: «Μπορείς να με βοηθήσεις με αυτό το πρόβλημα;» Γιατί μία τόσο απλή ερώτηση μπορεί να καταφέρει να γκρεμίσει τα παγωμένα φράγματα και να αφήσει τα συναισθήματα να πλημυρίσουν τις ανθρώπινες επαφές;
Λένε πως τα Χριστούγεννα είναι για τα παιδιά. Ίσως έχουν δίκιο. Γιατί τα παιδιά δε φοβούνται να ρισκάρουν, να εμπιστεύονται, να πιστεύουν. Δε φοβούνται να δείξουν τα συναισθήματα τους. Δε φοβούνται να δείξουν ότι έχουν ανάγκη τους ανθρώπους γύρω τους. Όπως ακριβώς τους έχουμε ανάγκη και εμείς οι μεγάλοι…
Τα Χριστούγεννα δεν είναι μόνο για να βοηθάμε τους άλλους. Είναι για να ζητάμε και να δεχόμαστε και εμείς βοήθεια. Θέλει πολύ θάρρος για αυτό. Στο τέλος τέλος, ο Σκρουτζ ήταν αυτός που χρειάζονταν τη βοήθεια…
Υ.Γ.: Είθε το φάντασμα του Μάρλεϊ να μας στοιχειώνει όλες τις ημέρες του έτους!
Δημάτης Κωνσταντίνος
BSc Ψυχολογίας, MSc Κλινική Ψυχολογία,
MSc Ψυχική Υγεία Παίδων και Εφήβων,
Υποψήφιος Διδάκτορας Α.Π.Θ.
Πιστοποιημένος Ερευνητής Δεσμού Γονέα-Παιδιού (MCAST)